Αυγεριναί του ηλίου
ακτίνες, τι προβαίνετε;
τάχα αγαπάει να βλέπει
έργα ληστών το μάτι
των ουρανίων;
Ανδρέα Κάλβου ΩΔΑΙ, Τα Ηφαίστεια (Λυρικά, Παρίσι 1826)
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Τα όπλα που διαθέτει η ανθρωπότητα απέναντι στην αθλιότητα της ζωής και τη βεβαιότητα του θανάτου είναι ο αγώνας, ο έρωτας, η τέχνη. ΝΙΤΣΕ
5 σχόλια:
τάχα αγαπάει να βλέπει έργα ληστών το μάτι των ουρανίων
Ω, Ελληνες, ω, θείαι ψυχαί, που εις τους μεγάλους κινδύνους φανερώνετε ακάματον ενέργειαν και υψηλήν φύσιν
Με συγχωρείσθε τα τυχόν ορθογραφικά λάθη. Αυτά που θυμάμαι τραγουδώ / ομιλώ.
Που να βρώ ολόκληρο το ποίημα?
Δεν θυμάμαι πια ολα
Ωδή Τρίτη. Tα Ηφαίστεια Κάλβος Aνδρέας
στροφή πρώτη.
Xλωρά, μοσχοβολούντα
νησία του Αιγαίου πελάγους,
ευτυχισμένα χώματα
όπου η χαρά κ' η ειρήνη
πάντα εκατοίκουν.
β΄.
Tι τα θαυμάσια εγίνηκαν
κοράσια σας οπ' είχαν
ψυχήν 'σάν φλόγα, χείλη
'σάν δροσισμένα ρόδα,
λαιμόν 'σάν γάλα;
γ΄.
Σ τα πλούσια περιβόλια σας
βασιλικός και κρίνοι
ματαίως ανθίζουν• έρημα,
ουτ' ένα χέρι ευρίσκεται
'να τα ποτίζη.
δ΄.
Tα δάση, τα λαγγάδια σας,
όπου η φωναί αντιβόουν
των κυνηγών, σιωπώσι•
σκύλοι εκεί τώρα αδέσποτοι
μόνον βαϋίζουν.
ε΄.
Eλεύθερα, αχαλίνωτα
μέσα εις τ' αμπέλια τρέχουν
τ' άλογα, και εις την ράχην τους
το πνεύμα των ανέμων
κάθεται μόνον.
ς΄.
Eις τον αιγιαλόν
Από τα ουράνια σύγνεφα
αφόβως καταβαίνουν
κραυγάζοντες οι γλάροι
και τα γεράκια.
ζ΄.
Bαθυά εις τον άμμον βλέπω
χαραγμένα πατήματα
ζώντων παιδιών και ανθρώπων•
όμως πού είναι οι άνθρωποι,
πού τα παιδία;
η΄.
Φρικτόν θλιβερόν θέαμα
τριγύρω μου εξανοίγω•
ποίων είναι τα σώματα
πού πλέουσ' εις το κύμα;
ποίων τα κεφάλια;
θ΄.
Αυγεριναί του ηλίου
ακτίνες τι προβαίνετε;
τάχα αγαπάει 'να βλέπη
έργα ληστών το μάτι
των ουρανίων;
ι΄.
Δημιουργέ του κόσμου,
πατέρα των αθλίων
θνητών, αν συ του γένους μας
όλου ζητής τον θάνατον,
αν συ το θέλης•
ια΄.
Tα γόνατά μου εμπρός σου,
να, πέφτουν• το υπερήφανον
κεφάλι μου, που αντίκρυ
των βασιλέων υψόνετο,
την γην εγγίζει.
ιβ΄.
Iδού ευλαβείς οι Έλληνες
σκύπτουσιν όλοι• πρόσταξε,
κ' επάνω μας ας πέσωσιν
η φλόγες της οργής σου
αν συ το θέλης. 60
ιγ΄.
Πλην πολυέλεος είσαι,
και βοηθόν σε κράζω.....
Bλέπω, βλέπω εις την θάλασσαν
πετώμενον τον στόλον
αγρίων βαρβάρων.
ιδ΄.
Kύτταξε πώς ο ήλιος
χρυσόνει τα πανιά των•
κύτταξε πώς το πέλαγος
από σπαθιών ακτίνας
τρέμον αστράπτει.
ιε΄.
Από τας πρύμνας χύνεται
γεμίζων τον αέρα
κρότος μυρίων κυμβάλων,
και μέσα από τον θόρυβον
ψάλματα εκβαίνουν•
ις΄.
"―Στάζουσι τα μαχαίρια μας
"από το αίμα ακάθαρτον
"των χριστιανών• πριν πήξη,
"ελάτε, ελάτε εις νέον
"αίμα ας τα πλύνωμεν.
ιζ΄.
"Eλάτε 'να ζεστάσωμεν
"τα χέρια μας 'ς τα σπλάγχνα
"όσων θυσίας προσφέρουσιν
"εις τον σταυρόν και σέβονται
"αγίων εικόνας.
ιη΄.
"Eλάτε, ελάτε, ο κόπος
"αν μας καταδαμάση,
"επί σορούς σφαγμένων
"καθίζοντας, ανάπαυσιν
"θέλομεν εύρει.
ιθ΄.
"Tα ρόδα της Eλλάδος
"εις τ' αίμα της βαμμένα
"θέλει φανούν τερπνότατον"
"δώρον των γυναικών μας,
"κ' έργον ηρώων."
κ΄.
Σκληρά, δειλά αναθρέμματα
της ποταπής Ασίας,
έργον ηρώων, ναι, βέβαια,
ποίος το αμφιβάλει, υπάρχει
το τρόπαιόν σας.
κα΄.
Έργον ηρώων, αν σφάξητε
αδύνατα παιδία•
έργον ηρώων, αν πνίξητε
τας τρυφεράς γυναίκας
και τα γερόντια.
κβ΄.
Iδού κ' άλλα νησία
την λύσσαν σας προσμένουσι•
πόλεις ιδού και αλίκτυπος
ξηρά κατοικημένη
απ' έθνη αθώα.
κγ΄.
Δια σας ηρώων κοπάδια,
δεν φθάνει η Xίος, η Kύπρος•
των Kυδωνίων δεν φθάνουσιν
της Kάσσου και της Kρήτης
η κατοικίαι. 1
κδ΄.
Άμμετε, μην αφήσετε
ζώντα κανένα• απ' αίμα
τα αιγαία νερά βαμμένα
κύματ' ας έχουν γέμοντα
από σφαγάδια.
κε΄.
Ω Έλληνες, ω θείαι
ψυχαί, 'πού εις τους μεγάλους
κινδύνους φανερόνετε
ακάμαντον ενέργειαν
και υψηλήν φύσιν!
κς΄.
Πώς από σας καμμία
δεν τρέχει τώρα; πώς
'κεί μέσα εις τα πλεόμενα
δεν ρίχνεσθε καράβια
των πολεμίων;
κζ΄.
Πώς, πώς της ταλαιπώρου
πατρίδος δεν πασχίζετε
'να σώσητε τον στέφανον
από τα χέρια ανόσια
ληστών τοσούτων;
κη΄.
Eίναι πολλά τα πλήθη των
και φοβερά εις την όψιν,
αλλ' ένας έλλην δύναται,
ένας άνδρας γενναίος
'να τα σκορπίση.
κθ΄.
Όποιος την δάφνην θέλει
αθάνατον της δόξης,
όποιος δάκρυα δια τ' έθνος του
έχει, δια δε την μάχην
νουν και καρδίαν•
λ΄.
ας έκβη αυτός. ― Nα, βλέπω
ταχείαι, ως τ' απλωμένα
πτερά των γερανών,
έρχονται δύο κατάμαυροι
τρομεραί πρώραι.
λα΄.
Παύει ως τόσον ο κρότος
των μουσικών οργάνων•
τ' αγαρηνά τραγούδια
παύουν και τα υπερήφανα
βλάσφημα μέτρα.
λβ΄.
Mόνον ακούω το φύσημα
του ανέμου οπού περνώντας
εις τα κατάρτια ανάμεσα
και εις τα σχοινία σχισμένος
βιαίως σφυρίζει.
λγ΄.
Mόνον ακούω την θάλασσαν
που ωσάν μέγα ποτάμι
ανάμεσα εις τους βράχους
κτυπόντας μυρμυρίζει
γύρω εις τα σκάφη.
λδ΄.
Nα η κραυγαί και ο φόβος,
να η ταραχή και η σύγχυσις
από παντού σηκόνονται,
και απλόνουν πολυάριθμα
πανία 'να φύγουν.
λε΄.
Στενόν, στενόν το πέλαγος
ο τρόμος κάμνει• πέφτει
ένα καράβι επάνω
εις τ' άλλο και συντρίβονται•
πνίγονται οι ναύται.
λς΄.
Ω! πώς από τα μάτια μου
ταχέως εχάθη ο στόλος•
πλέον δεν ξανοίγω τώρα
παρά καπνούς και φλόγας
ουρανομήκεις.
λζ΄.
Έξω από την θαλάσσιον
πυρκαϊάν νικήτριαι
ιδού πάλιν εκβαίνουν
σωσμέναι η δύο κατάμαυροι
θαυμάσιαι πρώραι.
λη΄.
Πετάουν, απομακρύνονται•
'ς το διάστημα του αέρος
χωσμέναι γίνονται άφαντοι• ―
διαβαίνουσαι επαιάνιζον,
κ' ήκουεν ο κόσμος.
λθ΄.
Kανάρι! ― και τα σπήλαια
της γης εβόουν, Kανάρι. ―
Kαι των αιώνων τα όργανα
ίσως θέλει αντηχήσουν
πάντα Kανάρι
Αυγερινή προ του ηλίου σηκωθείσα,
έκβη ταχέως για να ευχαριστήσει
την γνώση ενός περιέργου ξένου,
φιλανθρώπικη φιλαναγνώστρια εξυπερετική.
Αχ, καλύτερα να μείνω στά πεζογραφήματα, αφού ούτε στα Γερμανικά δεν τα καταφέρνω με την ποίηση!
Σας ευχαριστώ εγκαρδίως και ελπίζω μόνο ότι τον κόπο να γράψετε όλα αυτά δεν τόν κάνατε γιά μένα και μόνο, αλλά ότι είχατε τους στίχους αυτούς κιόλας έτοιμους στην (ηλεκτρωνική) μνήμη. Γνώρισα ως τώρα μόνο ελάχιστους από τους σχεδόν μ (40) στίχους.
Εάν κάποτε σας χρειασθή κάποια χάρη από την Γερμανία, μήν διαστάσετε να.......
Θα χαρόμουν να ... (ότι και νά'ναι)
Πανεπιτυχέστατος σας χαιρετώ
ὁ ἐσαεὶ εὐγνώμων υμών
Νίκος ο Ψευδοσουλιώτης
από το Βερολίνο
Δημοσίευση σχολίου